Αυτοκριτική έστω και τώρα, πέντε χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος την ομίλία του Σπύρου Καπράλου στη διημερίδα του ΤΕΕ για την Ολυμπιακή αξιοποιήση.
Σήμερα πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής ο Σπύρος Καπράλος, δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι για τέσσερα χρόνια ήταν εντεταλμένος σύμβουλος στην «Αθήνα 2004» μέχρι και τρεις μήνες πριν από τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών, ενώ κατά τη διάρκειά τους και μετά γενικός γραμματέας Ολυμπιακής Αξιοποίησης.
Το να δηλώνει τώρα ότι δεν είναι «υπερήφανος για την επόμενη μέρα» μάλλον με αυτοκριτική μας κάνει.
Πολλά δε από τα σημεία της τοποθέτησης θα έπρεπε να τα έχει απαντήσει ο ίδιος που ήταν στις αρμόδιες θέσεις τότε;
Διαβάστε τι είπε:
«Είμαστε όλοι υπερήφανοι σαν Έλληνες επειδή η χώρα μας οργάνωσε "θαυμάσιους, αξέχαστους Ολυμπιακούς Αγώνες" όπως δήλωσε ο Δρ.Ρογκ. Όλοι οι Έλληνες μαζί πετύχαμε, πάνω απ΄όλα, τη διεθνή αναγνώριση της χώρας μας.
Δεν μπορώ να πω όμως ότι είμαστε το ίδιο υπερήφανοι και για την "επόμενη ημέρα".
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι το σημαντικότερο αθλητικό θέαμα παγκοσμίως.
Είναι, συγχρόνως, μία σημαντική ευκαιρία ανάπτυξης για την πόλη και τη χώρα που τους φιλοξενεί.
Αν και οι απαραίτητες επενδύσεις είναι πολλές φορές υψηλές, τα μακροπρόθεσμα οφέλη για την πόλη μπορούν να είναι ιδιαίτερα σημαντικά, υπό τον όρο ότι οι Αγώνες δεν αντιμετωπίζονται σαν το "τέλος", αλλά σαν την αρχή για την ανάπτυξη της πόλης.
Εάν όμως οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα οδηγήσουν σε μια θετική κληρονομιά για τη χώρα υποδοχής τους, εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τους στόχους που έχουν προσδιοριστεί εκ των προτέρων και τον αντίστοιχο προγραμματισμό.
Και ο προγραμματισμός αυτός πρέπει να γίνεται, όχι μόνο για τις 16 μέρες των αγωνισμάτων, αλλά πρέπει να συνδέεται με τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας για μια μακρά περίοδο μετά τους αγώνες.
Οι πόλεις που επιλέγονται να οργανώσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, πρέπει να εξετάσουν λεπτομερώς τις συμβατικές υποχρεώσεις τους πριν προχωρήσουν στην οικοδόμηση νέων αθλητικών εγκαταστάσεων.
Οφείλουν να οργανώνουν συζητήσεις με τις διεθνείς ομοσπονδίες, με σκοπό να καταλάβουν τις πραγματικές ανάγκες των αθλημάτων και να προγραμματίσουν αναλόγως την κατασκευή των εγκαταστάσεων.
Το να περιμένουμε να τελειώσουν οι αγώνες για να συζητηθεί η μεταολυμπιακή χρήση των εγκαταστάσεων οδηγεί, όχι μόνο σε χάσιμο χρόνου, αλλά και στη μείωση της αξίας τους.
Μέρος του σχεδίου μεταολυμπιακής χρήσης θα πρέπει να είναι η διευθέτηση όλων των νομικών ζητημάτων που θα μπορούσαν να εμφανιστούν σε σχέση με την μεταολυμπιακή αξιοποίηση των εγκαταστάσεων.
Η Ολυμπιακή κληρονομιά είναι δυναμική και μεταβαλλόμενη κατά τη διάρκεια του χρόνου και επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες.
Έχει όμως σαφή επιρροή στην αρχιτεκτονική, τον αστικό προγραμματισμό, το μάρκετινγκ της πόλης, την οικονομική και τουριστική ανάπτυξη και φυσικά τη νοοτροπία του κόσμου.
Επιπλέον είναι σημαντικό να αναφερθούμε στην "άυλη" κληρονομιά, όπως είναι η παραγωγή ιδεών και πολιτιστικών αξιών, η διαπολιτισμική εμπειρία, η εκπαίδευση, τα αρχεία, η συλλογική προσπάθεια και ο εθελοντισμός.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτέλεσαν καταλύτη για την αλλαγή της πόλης των Αθηνών.
Πραγματοποιήθηκαν σημαντικές βελτιώσεις στις υποδομές και έργα που θα μπορούσαν να διαρκέσουν δεκαετίες μέχρι να ολοκληρωθούν, παραδόθηκαν μόνο μέσα σε 5 χρόνια.
Τα αποτελέσματα κάποιων από τα έργα αυτά τα ζούμε καθημερινά -όπως στο οδικό δίκτυο, τις συγκοινωνίες, τις φοιτητικές εστίες, τα ξενοδοχεία, τα νοσοκομεία, την ανάπλαση κομματιών της πόλης και του λιμανιού του Πειραιά- αλλά υπάρχουν και εκείνα που δεν βλέπουμε, αλλά συμβάλλουν σημαντικά στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας, στις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια, την ασφάλεια και την τεχνολογία.
Από την άλλη, στην Αθήνα, δυστυχώς, καθυστερήσαμε πολύ στον σχεδιασμό και προγραμματισμό της "επόμενης ημέρας".
Δεν εκμεταλλευτήκαμε αρκετά την εμπειρία, αλλά και την τεράστια προβολή που προέκυψε από τους Αγώνες.
Δημιουργήσαμε μόνιμες αθλητικές εγκαταστάσεις, χωρίς αυτό, σε πολλές περιπτώσεις, να μας επιβληθεί από τις διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες.
Δημιουργήσαμε μόνιμες εγκαταστάσεις χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο για τις αγωνιστικές ανάγκες στη χώρα μας.
Ως αποτέλεσμα, πολλές από αυτές τις εγκαταστάσεις σήμερα παρουσιάζουν φαινόμενα εγκατάλειψης και καταστροφής.
Παρόλα αυτά, επειδή είμαι φύσει αισιόδοξος, πιστεύω ότι μπορούμε ακόμη και τώρα, 5 χρόνια μετά, με τις κατάλληλες προσπάθειες από όλους τους φορείς, από όλους εμάς που εργαστήκαμε για τους αγώνες της Αθήνας αλλά και από όλο τον κόσμο, να αξιοποιήσουμε την κληρονομιά που μας άφησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας.
Χρειάζεται όμως τόλμη, φαντασία και, έστω και καθυστερημένα, μακρόπνοος και ρεαλιστικός σχεδιασμός και εκτέλεση, που τελικά θα μας επιτρέψει να ξανακερδίσουμε τον χαμένο χρόνο».