Ο Κωσταντίνος Τσικλητήρας αποτελεί μία από τις θρυλικές μορφές του ελληνικού αθλητισμού. Ο Μεσσήνιος Ολυμπιονίκης, ο οποίος κέρδισε πολλές σκληρές μάχες στον αθλητικό στίβο αλλά και στο μέτωπο των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913, σαν σήμερα πριν από 98 χρόνια έχασε την πιο σημαντική, αυτή για τη ζωή του. Hταν 10 Φεβρουαρίου του 1913 όταν η Ελλάδα βυθιζόταν στη θλίψη και πενθούσε το χαμό ενός σπουδαίου αθλητή και ανθρώπου, που «έφυγε» σε ηλικία μόλις 25 ετών.
Στη σύντομη ζωή του, ο Τσικλητήρας είχε χαρίσει στην Ελλάδα τέσσερα Ολυμπιακά μετάλλια και σίγουρα θα μπορούσε να πετύχει πολλά περισσότερα αν δεν «έσβηνε» τόσο σύντομα.
Γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1888, στην Πύλο της Μεσσηνίας. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και εξέχον μέλος της τοπικής αριστοκρατίας. Από πολύ νωρίς φάνηκε πως είχε κλίση προς τον αθλητισμό. Ηταν πολύ δυνατός, ψηλός (1,92μ.), με έφεση στο άλμα και δεν ήταν τυχαίο ότι κέρδιζε όλους τους μαθητικούς αγώνες και σε διαφορετικά αγωνίσματα. Μάλιστα, κάποιοι λένε πως στην αυλή του σπιτιού του έμπαινε πηδώντας τη μάντρα και πως πήδηξε μέχρι και τρία άλογα δεμένα μαζί!
Ο πρώτος τερματοφύλακας του ΠΑΟ
Πρώτη του ομάδα ήταν ο Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος, στον οποίο εγγράφηκε όταν ήρθε στην Αθήνα -στα 17 του- για να σπουδάσει στην Ανωτάτη Εμπορική. Αντί για τα οικονομικά, όμως, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό. Οι υπεύθυνοι του συλλόγου διαπίστωσαν το μεγάλο ταλέντο του και την αλτικότητά του και τον συμβούλεψαν να επικεντρωθεί στα άλματα. Πράγματι, αυτό έκανε, εντούτοις ασχολήθηκε και με άλλα αθλήματα που τον γοήτευαν, όπως η πάλη και ο ακοντισμός. Επιπλέον, υπήρξε και ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού! Συγκεκριμένα, ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας της ομάδας, που ίδρυσε το 1908 ο συναθλητής του στον Πανελλήνιο, Γεώργιος Καλαφάτης (ως Ποδοσφαιρικό Ομιλο Αθηνών).
Οι προπονήσεις ήταν εντατικές και καθημερινά γινόταν όλο και καλύτερος. Το 1906 πήρε μέρος στους Πανελλήνιους αγώνες, κατακτώντας το χάλκινο μετάλλιο στο μήκος άνευ φοράς, με άλμα 2.83μ.Την επόμενη χρονιά κέρδισε τρία χρυσά μετάλλια στους Πανιώνιους αγώνες με επιδόσεις, στο άλμα εις ύψος 1.65μ., στο ύψος άνευ φοράς 1.40μ. και στο μήκος άνευ φοράς 3.25μ. Για τις επιτυχίες του, του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Πανιωνίου.
Στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου
Το 1908 συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, όπου κατέκτησε δύο αργυρά μετάλλια: στο ύψος άνευ φοράς με 1.55μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.25μ. Το γεγονός ότι δεν ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου τον στενοχώρησε και τον πείσμωσε όπως φαίνεται και στο γράμμα που έστειλε στην οικογένειά του: «Το φέρω πολύ βαρέως που έχασα. Μα ήταν η πρώτη φορά που αγωνιζόμουν σε ξένη χώρα και είναι αλήθεια ότι σάστισα μόλις βρέθηκα στο στάδιο του Λονδίνου, ασφυκτικώς γεμάτο και ανάμεσα στους πανύψηλους συναθλητάς μου Αμερικανούς και Σουηδούς. Τώρα επήρα θάρρος, θα επιδοθώ με μεγαλύτερο ζήλο και είμαι βέβαιος ότι θα γίνω πρώτος Ολυμπιονίκης».
Σημαντικό ντοκουμέντο για τον Τσικλητήρα αποτελεί και η ανταπόκριση που έστειλε από το Λονδίνο προς την εφημερίδα «Χρόνος», ο γνωστός λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Σε αυτήν αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Είναι σώμα υψηλόν, λεπτόν, καλογραμμένο. Εις το σχέδιον του μελαχρινού προσώπου του, των μήλων, των ματιών, των χειλέων, του πώγωνος νομίζεις ότι επέρασεν ελαφρώς, ολίγον κοντύλι Γκύζη. Από πάνω ως κάτω ο νέος αυτός έχει ευγενεστάτην γραμμήν. Μελαχρινός, πολύ υψηλός σχετικώς με τη νεότητά του, πόδια μεγάλα και λαστιχένια, ως σκύλου πόιντερ, σύμμετρον και χαριτωμένον σύνολον.
Το μόνον μειονέκτημά του είναι ότι δεν έχει, ακόμη, την αθλητικήν ανάπτυξιν που του χρειάζεται. Πολύ ολίγον έχει γυμνασθεί και είναι μάλλον αδύνατος. Αλλά η νίκη του εις το αγγλικόν στάδιον του έδειξε τον δρόμον και είναι αρκετά έξυπνος ώστε να μην τον χάσει. Από τώρα και εις το εξής πρέπει να ζει διαρκώς μέσα εις τα γυμναστήρια».
Ο θρίαμβος της Στοκχόλμης
Μετά το Λονδίνο εργάστηκε ακόμη πιο σκληρά. Μάλιστα το 1912, λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης (και συγκεκριμένα την πρωταπριλιά στην Αλεξάνδρεια) ισοφάρισε το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος άνευ φοράς, με 3.47μ. και παράλληλα κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις ύψος, με 1,72μ.
Στους Αγώνες της Στοκχόλμης, όπου ήταν σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, θριάμβευσε. Με άλμα στα 3.37μ. στο μήκος άνευ φοράς και ύστερα από επική μάχη με τους Αμερικανούς αδελφούς Μπεν και Πλατ Ανταμς, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο! Επίσης, πήρε και το χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς με 1.55 μ.
Η Ελλάδα είχε βρει τον ήρωά της! Ο Τύπος τον εξύμνησε και χιλιάδες κόσμου τον αποθέωσαν στο σταθμό Λαρίσης, στην επιστροφή του από τη σουηδική πρωτεύουσα. Ο κόσμος ζητωκραύγαζε, όταν ο Τσικλητήρας σήκωσε ψηλά τα δύο μετάλλια.
Πραγματικός πατριώτης
Ομως, δεν ήταν μόνο σπουδαίος αθλητής αλλά και άνθρωπος και αγαπούσε πολύ την πατρίδα του. Ετσι, όταν ξέσπασε ο Βαλκανικός πόλεμος θεώρησε χρέος του να καταταγεί στο στρατό δίνοντας το καλό παράδειγμα. Είναι χαρακτηριστικό πως δε δέχθηκε τη θέση που του προτάθηκε στο Φρουραρχείο Αθηνών και σε στρατόπεδο της Λάρισας και ζήτησε να πάει στο μέτωπο! Η απόφασή του αυτή στάθηκε μοιραία καθώς στην πρώτη γραμμή προσβλήθηκε από μηνιγγίτιδα. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε και έγινε μη αναστρέψιμη παρά την εντολή του πρίγκιπα Νικόλαου για μεταφορά του στην πρωτεύουσα. Ηταν πολύ αργά. Το απόγευμα της 10ης Φεβρουαρίου του 1913, οκτώ μήνες μετά την Ολυμπιακή νίκη, άφησε την τελευταία του πνοή στον Ευαγγελισμό.
Η Ελλάδα βυθίστηκε στο πένθος και τον αποχαιρέτισε με τιμές. Χιλιάδες Αθηναίοι παρέστησαν στην κηδεία -στον Αγιο Γεώργιο (Καρύτση)- ραίνοντας το φέρετρό του με λουλούδια. Η τελευταία του κατοικία ήταν το μνήμα της οικογένειάς του στο Α’ νεκροταφείο Πατρών. Στην πλάκα χαράχθηκαν πέντε κύκλοι, το έμβλημα των Ολυμπιακών Αγώνων.